Αγαπητοί σε αυτήν την ανάρτηση θα δούμε τον λόγο για τον οποίο ο Χριστός δίδασκε χρησιμοποιώντας παραβολές. Η διδαχή του Χριστού περιέχει και παραβολές κατά ένα μέρος, ορισμένες είναι σχετικά δυσνόητες όμως η πλειοψηφία της διδασκαλίας είναι λόγια απλά και κατανοητά από όλους.
Καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ εἶπον αὐτῷ· διατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται. ὅστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ διὰ τοῦτο ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ ἀκούωσι μηδὲ συνῶσι, μήποτε ἐπιστρέψωσι· καὶ τότε πληρωθήσεται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ἡσαΐου ἡ λέγουσα· ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς.
Δηλαδή: Και οι μαθητές αφού τον πλησίασαν του είπαν, γιατί τους μιλάς με παραβολές; Ο Ιησούς τους απάντησε γιατί σε εσάς έχει δοθεί το χάρισμα να εννοήστε τις μυστηριώδεις αλήθειες της βασιλείας των ουρανών, σε εκείνους όμως δεν έχει δοθεί. Από εκείνον που έχει πίστη θα δοθεί και περίσσευμα, σε αυτόν που δεν έχει πίστη θα αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση. Για αυτό τους μιλώ με παραβολές, διότι ενώ βλέπουν δεν βλέπουν και ενώ ακούν δεν ακούν ώστε να ωφεληθούν μήπως τυχόν και μετανοήσουν κάποτε. Και εκπληρώνεται έτσι σε αυτούς η προφητεία του Ησαΐα, η οποία λέει θα ακούσετε με τα αυτιά σας και όμως δεν θα εννοήσετε και θα δείτε με τα μάτια αλλά δεν θα δείτε. Διότι πωρώθηκε η καρδία και ο νους του λαού αυτού και βαριάκουσαν με τα αυτιά τους και έκλεισαν τα μάτια τους, για να μην δουν τα μεγαλεία του Θεού και να μη ακούσουν με τα αυτιά της ψυχής των και να μη εννοήσουν με την καρδιά τους το κήρυγμα της μετανοίας και επιστρέψουν μετανοημένοι και λάβουν έτσι την θεραπεία.
Ο Χριστός ξεκινάει να εξηγεί λέγοντας ὑμῖν δέδοται, δηλαδή σε εσάς δόθηκε. Όσοι έχουν αγαθή καρδιά και φιλομάθεια ο Θεός τους φωτίζει ώστε να καταλαβαίνουν τα Θεία λόγια διότι ενδιαφέρονται να μάθουν τις αλήθειες που αυτός αποκαλύπτει, έχουν επιθυμία να προχωρήσουν στην γνώση που φανερώνει ο Θεός στον άνθρωπο. Η φιλομάθεια δόθηκε ώστε να αναζητεί ο άνθρωπος τον Θεό και να προχωρήσει προς την θέωση, επιπλέον θα τον βοηθούσε ώστε να ωφελήσει εαυτόν και αλλήλους με το να παρουσιάσει επιστημονικά επιτεύγματα τα οποία θα απαλύνουν τον πόνο που επέφερε η πτώση.
Ο άνθρωπος έχει την δωρεά της φιλομάθειας, ερευνάει, δημιουργεί, προοδεύει πνευματικά. Εάν ακολουθούμε τον Θεό και τις εντολές του τότε η φιλομάθεια και όλες οι δωρεές γίνονται αιτία προόδου και ζωής ειδάλλως γίνονται αιτία θανάτου.
Δηλαδή: Και οι μαθητές αφού τον πλησίασαν του είπαν, γιατί τους μιλάς με παραβολές; Ο Ιησούς τους απάντησε γιατί σε εσάς έχει δοθεί το χάρισμα να εννοήστε τις μυστηριώδεις αλήθειες της βασιλείας των ουρανών, σε εκείνους όμως δεν έχει δοθεί. Από εκείνον που έχει πίστη θα δοθεί και περίσσευμα, σε αυτόν που δεν έχει πίστη θα αφαιρεθεί και η λίγη ακόμη γνώση. Για αυτό τους μιλώ με παραβολές, διότι ενώ βλέπουν δεν βλέπουν και ενώ ακούν δεν ακούν ώστε να ωφεληθούν μήπως τυχόν και μετανοήσουν κάποτε. Και εκπληρώνεται έτσι σε αυτούς η προφητεία του Ησαΐα, η οποία λέει θα ακούσετε με τα αυτιά σας και όμως δεν θα εννοήσετε και θα δείτε με τα μάτια αλλά δεν θα δείτε. Διότι πωρώθηκε η καρδία και ο νους του λαού αυτού και βαριάκουσαν με τα αυτιά τους και έκλεισαν τα μάτια τους, για να μην δουν τα μεγαλεία του Θεού και να μη ακούσουν με τα αυτιά της ψυχής των και να μη εννοήσουν με την καρδιά τους το κήρυγμα της μετανοίας και επιστρέψουν μετανοημένοι και λάβουν έτσι την θεραπεία.
Ο Χριστός ξεκινάει να εξηγεί λέγοντας ὑμῖν δέδοται, δηλαδή σε εσάς δόθηκε. Όσοι έχουν αγαθή καρδιά και φιλομάθεια ο Θεός τους φωτίζει ώστε να καταλαβαίνουν τα Θεία λόγια διότι ενδιαφέρονται να μάθουν τις αλήθειες που αυτός αποκαλύπτει, έχουν επιθυμία να προχωρήσουν στην γνώση που φανερώνει ο Θεός στον άνθρωπο. Η φιλομάθεια δόθηκε ώστε να αναζητεί ο άνθρωπος τον Θεό και να προχωρήσει προς την θέωση, επιπλέον θα τον βοηθούσε ώστε να ωφελήσει εαυτόν και αλλήλους με το να παρουσιάσει επιστημονικά επιτεύγματα τα οποία θα απαλύνουν τον πόνο που επέφερε η πτώση.
Ο άνθρωπος έχει την δωρεά της φιλομάθειας, ερευνάει, δημιουργεί, προοδεύει πνευματικά. Εάν ακολουθούμε τον Θεό και τις εντολές του τότε η φιλομάθεια και όλες οι δωρεές γίνονται αιτία προόδου και ζωής ειδάλλως γίνονται αιτία θανάτου.
Όταν ο άνθρωπος αγαπάει το Φως τότε αυτό το δώρο γίνεται αιτία να προοδεύσει και να ωφελήσει. Ο γέροντας Παΐσιος ο οποίος σαν γνήσιος μαθητής Χριστού θεολογούσε και αυτός υψηλότατα με απλά λόγια θα μας έλεγε ότι όσοι αγαπούν το Φως Χριστό έχουν "την καλή περιέργεια". Αυτή η καλή φιλομάθεια η καλή περιέργεια είναι η αιτία που πολλές φορές βλέπουμε οι μάρτυρες να περνάνε αλώβητοι από μεγάλα βασανιστήρια και εν τέλει να μαρτυρούν με το σπαθί, αυτό έγινε ώστε να δημιουργηθεί η καλή περιέργεια στους αυτόπτες. Η διέγερση της καλής περιέργειας μάλιστα είναι και μια από τις αιτίες που χαριτώθηκε ο γέροντας Παΐσιος ώστε διαμέσω αυτής οι άνθρωποι να ερευνήσουν και να πιστέψουν στον Θεό. Όσοι άνθρωποι αγαπάνε το φως αξιολογούν σωστά, ζουν στην πραγματικότητα, αποδέχονται την αλήθεια. Όταν όμως ο άνθρωπος αγαπάει το σκότος και δεν ακολουθεί τις εντολές τότε η δωρεά της φιλομάθειας διαστρέφεται. Ο άνθρωπος επιθυμεί μεν να μάθει και να ανακαλύψει αλλά η όρεξή του για μάθηση έγκειται στο να ανακαλύψει πως θα γεμίσει τον τραπεζικό λογαριασμό του, στο πως θα κάνει εντύπωση, στο πως θα ανελιχθεί κοσμικά, στο πως θα τον βλέπουν οι άλλοι και θα τον ζηλεύουν και όλα τα λοιπά όμοια.
Σε τέτοιους ανθρώπους θα άρεσε να ανοίξει ο Χριστός συζήτηση για το πως θα βγάλουν περισσότερα χρήματα ώστε να τα σπαταλήσουν σε γλέντια ή ανομίες, θα τους άρεσε συζήτηση πως θα την φέρουν στον διπλανό τους ώστε να φανούν ανώτεροι, θα τους άρεσε συζήτηση για πορνείες, συζήτηση με πονηρά ή άσεμνα αστεία. Τέτοιες συζητήσεις θα μπορούσαν να τις ακούν για ώρες αμέτρητες αλλά όμως τον Θείο λόγο, τα κηρύγματα, τις συμβουλές και τις ακολουθίες τα θεωρούν βλακείες, βαρετά, ανώφελα ή χιλιοειπωμένα. Ενώ βλέπουν τα θαύματα του Χριστού, ενώ βλέπουν τους τόσους αυτόπτες των φωτισμένων γερόντων, ενώ βλέπουν τους τόσους μάρτυρες θαυμασίων, τους αγνοούν λες και δεν υπάρχουν, δεν τους ενδιαφέρουν καθόλου τα όσα λένε. Αυτοί δεν αξιολογούν σωστά, δεν ζουν στην πραγματικότητα, δεν αποδέχονται την αλήθεια. Κάποτε ιερείς έβγαλαν ένα ιερό λείψανο για λιτανεία και από όπου περνούσε η πομπή οι άρρωστοι γίνονταν καλά. Δυο ανάπηροι που ζητιάνευαν βλέποντας τις θεραπείες μα και το λείψανο να τους πλησιάζει είπαν "ας φύγουμε γρήγορα διότι αν θεραπευτούμε πως θα ζητιανεύουμε μετά;" Με αυτούς μοιάζουν οι άνθρωποι που πράττουν την αμαρτία.
Αυτό εννοεί ο Χριστός λέγοντας, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς, το οποίο σημαίνει, κλείνουν τα μάτια μην τυχόν και δουν και μετανοήσουν.
Αυτοί προτιμούν ενσυνειδήτως την αρρώστια από την υγεία, αγαπούν το σκοτάδι και όχι το φως, αποστρέφονται το φως διότι θέλουν να παραμείνουν ασθενείς. Έτσι αφενός ανέμελοι θα μπορούν να συνεχίζουν και αφετέρου δεν θα φανερωθούν τα έργα τους, ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ·.
Εφόσον δεν ακολουθούν τις εντολές τότε αυτόματα έχουν διαστρεβλώσει και όλα τα εκ Θεού δώρα τα οποία έχει λάβει ο κάθε άνθρωπος, εδώ την φιλομάθεια. Σε αυτούς ο παραβολικός λόγος του Χριστού είναι ταυτόχρονα δικαιοσύνη και φιλανθρωπία, αλλά μάλλον φιλανθρωπία είναι, διότι η Αγάπη βρήκε τρόπο να μιλήσει και σε αυτούς που δεν τον θέλουν. Εφόσον δεν θέλουν να ακούσουν έχοντας κλειστά μάτια και αυτιά ο Χριστός δεν τους παρέχει την αλήθεια διότι εάν την άκουγαν θα την απέρριπταν κατάμουτρα έχοντας μεγαλύτερη ευθύνη και άρα κρίμα. Όμως ο Κύριος είναι φιλάνθρωπος και βρήκε τρόπο ώστε ακόμη και οι πονηροί ακροατές να ακούν τις αλήθειες οι οποίες είναι ικανές να τους βοηθήσουν. Ακόμη και την δικαιοσύνη έθεσε στην υπηρεσία της διότι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν. Ο Χριστός χρησιμοποιεί παραβολές διότι είναι κατάλληλες και για τα δύο είδη ακροατών. Κατάλληλες για αυτούς που έχουν αγαθή καρδιά μα και κατάλληλες για αυτούς που είναι πονηροί. Όλοι οι ακροατές είτε πονηροί είτε με αγαθή καρδιά ακούν μια παραβολή, δηλαδή έναν παραλληλισμό, ο Χριστός μεταδίδει την διδασκαλία του παραθέτοντας πράγματα και εικόνες γνωστά στους ακροατές. Οι παραβολές στους αγαθούς ακροατές προσφέρουν μια διήγηση η οποία τους διδάσκει πιο εύκολα.
Αυτό εννοεί ο Χριστός λέγοντας, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς, το οποίο σημαίνει, κλείνουν τα μάτια μην τυχόν και δουν και μετανοήσουν.
Αυτοί προτιμούν ενσυνειδήτως την αρρώστια από την υγεία, αγαπούν το σκοτάδι και όχι το φως, αποστρέφονται το φως διότι θέλουν να παραμείνουν ασθενείς. Έτσι αφενός ανέμελοι θα μπορούν να συνεχίζουν και αφετέρου δεν θα φανερωθούν τα έργα τους, ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ·.
Εφόσον δεν ακολουθούν τις εντολές τότε αυτόματα έχουν διαστρεβλώσει και όλα τα εκ Θεού δώρα τα οποία έχει λάβει ο κάθε άνθρωπος, εδώ την φιλομάθεια. Σε αυτούς ο παραβολικός λόγος του Χριστού είναι ταυτόχρονα δικαιοσύνη και φιλανθρωπία, αλλά μάλλον φιλανθρωπία είναι, διότι η Αγάπη βρήκε τρόπο να μιλήσει και σε αυτούς που δεν τον θέλουν. Εφόσον δεν θέλουν να ακούσουν έχοντας κλειστά μάτια και αυτιά ο Χριστός δεν τους παρέχει την αλήθεια διότι εάν την άκουγαν θα την απέρριπταν κατάμουτρα έχοντας μεγαλύτερη ευθύνη και άρα κρίμα. Όμως ο Κύριος είναι φιλάνθρωπος και βρήκε τρόπο ώστε ακόμη και οι πονηροί ακροατές να ακούν τις αλήθειες οι οποίες είναι ικανές να τους βοηθήσουν. Ακόμη και την δικαιοσύνη έθεσε στην υπηρεσία της διότι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν. Ο Χριστός χρησιμοποιεί παραβολές διότι είναι κατάλληλες και για τα δύο είδη ακροατών. Κατάλληλες για αυτούς που έχουν αγαθή καρδιά μα και κατάλληλες για αυτούς που είναι πονηροί. Όλοι οι ακροατές είτε πονηροί είτε με αγαθή καρδιά ακούν μια παραβολή, δηλαδή έναν παραλληλισμό, ο Χριστός μεταδίδει την διδασκαλία του παραθέτοντας πράγματα και εικόνες γνωστά στους ακροατές. Οι παραβολές στους αγαθούς ακροατές προσφέρουν μια διήγηση η οποία τους διδάσκει πιο εύκολα.
Αυτό διότι είναι πιο ελκυστικές στο αυτί του ανθρώπου, πιο ταιριαστές σε ορισμένους ακροατές, απομνημονεύονται ευκολότερα, προσφέρουν στον ακροατή την νέα διδασκαλία που φέρνει ο Χριστός καλύτερα. Στους πονηρούς ακροατές οι παραβολές είναι απλώς μια ιστορία η οποία δεν είναι όμως απορριπτέα διότι σε αυτές έχουμε την κοινή λογική ενώ αργότερα αυτός ο παραλληλισμός που άκουσαν μπορεί να τους ωφελήσει.
Όπως ευθύς θα δούμε στον Φαρισαίο Σίμωνα ο οποίος δεν πίστευε, οι παραβολές του προσέφεραν σε δευτερόλεπτα την νέα διδαχή και αυτή έγινε αποδεκτή άμεσα από τον ίδιο χωρίς καμία αντίρρηση εξ αιτίας της κακής νοοτροπίας του.
Ο Σίμωνας ήταν ένας Φαρισαίος ο οποίος κάλεσε τον Χριστό στο σπίτι του.
Τότε ήταν ακόμη αρχή και δεν είχαν προχωρήσει εξ αιτίας των κλειστών αυτιών και ματιών τους στην κακία οι Φαρισαίοι. Ήταν ακόμη απλά αρνούμενοι να δουν την πραγματικότητα, δεν αξιολογούσαν σωστά, δεν αποδέχονταν την αλήθεια και την πραγματικότητα, αργότερα θα προχωρούσαν στην πώρωση και θα γίνονταν πολέμιοι και σταυρωτές. Ας δούμε το περιστατικό.
Ἠρώτα δέ τις αὐτὸν τῶν Φαρισαίων ἵνα φάγῃ μετ᾿ αὐτοῦ· καὶ εἰσελθὼν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Φαρισαίου ἀνεκλίθη καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἐν τῇ πόλει ἥτις ἦν ἁμαρτωλός, καὶ ἐπιγνοῦσα ὅτι ἀνάκειται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα ἀλάβαστρον μύρου καὶ στᾶσα ὀπίσω παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καὶ ταῖς θριξὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμασσε, καὶ κατεφίλει τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἤλειφε τῷ μύρῳ ἰδὼν δὲ ὁ Φαρισαῖος ὁ καλέσας αὐτὸν εἶπεν ἐν ἑαυτῷ λέγων· οὗτος εἰ ἦν προφήτης, ἐγίνωσκεν ἂν τίς καὶ ποταπὴ ἡ γυνὴ ἥτις ἅπτεται αὐτοῦ, ὅτι ἁμαρτωλός ἐστι καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· Σίμων, ἔχω σοί τι εἰπεῖν, ὁ δέ φησι· διδάσκαλε, εἰπέ δύο χρεωφειλέται ἦσαν δανειστῇ τινι. ὁ εἷς ὤφειλε δηνάρια πεντακόσια, ὁ δὲ ἕτερος πεντήκοντα μὴ ἐχόντων δὲ αὐτῶν ἀποδοῦναι, ἀμφοτέροις ἐχαρίσατο· τίς οὖν αὐτῶν, εἰπέ, πλεῖον αὐτὸν ἀγαπήσει; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Σίμων εἶπεν· ὑπολαμβάνω ὅτι ᾧ τὸ πλεῖον ἐχαρίσατο ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὀρθῶς ἔκρινας. Παρακάλεσε τον Χριστό κάποιος από τους Φαρισαίους να φάει μαζί του. Αφού εισήλθε ο Χριστός στο σπίτι του Φαρισαίου ξάπλωσαν (τότε οι άνθρωποι ξάπλωναν και έτρωγαν με τα πόδια προς την πόρτα) και να, ήρθε μία γυναίκα κάτοικος της πόλεως η οποία ήταν αμαρτωλή φέρνοντας ένα αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο μύρο. Αφού στάθηκε κοντά στα πόδια του Ιησού έκλαιγε και άρχισε να βρέχει τα πόδια του με τα δάκρυά της και να τα σπογγίζει με τις τρίχες της κεφαλής της, ταυτόχρονα φιλούσε με ευλάβεια τα πόδια του Χριστού και τα άλειφε με μύρο. Όταν ο Φαρισαίος το είδε αυτό είπε από μέσα του, "αν ήταν αυτός προφήτης όπως λένε θα γνώριζε τι διαγωγής είναι αυτή η γυναίκα που τον αγγίζει". Τότε ο Χριστός είπε στον Σίμωνα, "Σίμωνα έχω κάτι να σου πω", εκείνος του απάντησε, "διδάσκαλε, λέγε". Ο Χριστός του λέει "ήταν δύο χρεοφειλέτες και ένας χρεωστούσε πεντακόσια δηνάρια και ο άλλος πενήντα. Επειδή δεν είχαν να εξοφλήσουν το χρέος τους ο δανειστής το χάρισε και στους δύο. Πες μου, ποιος από τους δύο θα τον αγαπήσει περισσότερο;" Αποκρίθηκε ο Σίμωνας λέγοντας "νομίζω ότι εκείνος που του χάρισε το μεγαλύτερο χρέος" και ο Χριστός του είπε, "σωστά έκρινες".
Ο Σίμωνας δεν κάλεσε τον Χριστό από ευσέβεια αλλά από περιέργεια μα και για επίδειξη. Ήθελε να διαπιστώσει περί τίνος πρόκειται αλλά και να δείξει στους άλλους ότι είναι κάποιος και ο ακουστός στην πόλη Ιησούς έρχεται σπίτι του. Στην πραγματικότητα δεν πίστευε ότι ο Χριστός ήταν κάτι το ιδιαίτερο, πόσο μάλλον ο Μεσσίας. Αυτός ήταν ο λόγος που παρέλειψε να παρέχει τα δείγματα φιλοξενίας της εποχής τα οποία δίδονταν από τον οικοδεσπότη. Βλέποντας την γυναίκα να πλησιάζει και τον Χριστό να αποδέχεται βεβαιώθηκε για την γνώμη του λέγοντας μέσα του "εάν ήταν πραγματικά προφήτης τότε θα γνώριζε το ποιόν της και δεν θα αποδεχόταν την πράξη".
Ο Χριστός λέγει την παραβολή στον Σίμωνα πρώτιστα δείχνοντάς του ότι είναι εκ Θεού διότι απαντάει στην σκέψη του. Μόνο ο Θεός γνωρίζει την σκέψη μας και κατ' επέκταση γνώση της λαμβάνουν μόνο όσοι έχουν κοινωνία με αυτόν, τουτέστιν ο γέροντας Παΐσιος ή ο γέροντας Πορφύριος που απαντούσαν και αυτοί σε σκέψεις αλλά όχι το τάδε ή δείνα δαιμόνιο. Βαθεῖα ἡ καρδία παρά πάντα, καὶ ἄνθρωπός ἐστι· καὶ τίς γνώσεται αὐτόν; ἐγὼ Κύριος ἐτάζων καρδίας καὶ δοκιμάζων νεφροὺς Ιερ. 17,9. Η καρδία είναι βαθιά και ανεξερεύνητη περισσότερο από όλα, αυτός είναι ο άνθρωπος, ποιος μπορεί να τον γνωρίσει; Εγώ μόνο ο Κύριος και Θεός. Με άλλα λόγια, ποιος μπορεί να ξέρει ο άνθρωπος τι σκέφτεται, τι σχεδιάζει, ποιο είναι το πραγματικό κίνητρο για τα λεγόμενά του ή τις πράξεις του; Μόνο εγώ ο Θεός.
Έπειτα διδάσκει τον Σίμωνα ότι όλοι οι άνθρωποι, άλλος λίγο άλλος πολύ, είναι αμαρτωλοί και η μεγάλη αγάπη της γυναίκας είναι εξ αιτίας του ότι της αφέθηκε πολύ χρέος ενώ ο Σίμωνας παρόλο που ίσως χρωστούσε λιγότερα έμεινε χρεώστης, οπότε τώρα είναι σε χειρότερη θέση από την γυναίκα που περιφρονεί. Ο Σίμωνας ακούει την παραβολή και την αποδέχεται χωρίς να δυσανασχετεί, μάλιστα μόνος του απαντώντας "κρίνει ορθά" όπως είπε ο Ιησούς. Δηλαδή βλέπουμε ότι οι παραβολές διδάσκουν με τον καλύτερο τρόπο τους αγαθούς ενώ είναι μια προσφορά αγάπης εξ αιτίας της φιλανθρωπίας του Θεού στους πονηρούς ακροατές οι οποίοι μπορεί να ωφεληθούν από αυτές.
Ο Σίμωνας ήταν ένας Φαρισαίος ο οποίος κάλεσε τον Χριστό στο σπίτι του.
Τότε ήταν ακόμη αρχή και δεν είχαν προχωρήσει εξ αιτίας των κλειστών αυτιών και ματιών τους στην κακία οι Φαρισαίοι. Ήταν ακόμη απλά αρνούμενοι να δουν την πραγματικότητα, δεν αξιολογούσαν σωστά, δεν αποδέχονταν την αλήθεια και την πραγματικότητα, αργότερα θα προχωρούσαν στην πώρωση και θα γίνονταν πολέμιοι και σταυρωτές. Ας δούμε το περιστατικό.
Ἠρώτα δέ τις αὐτὸν τῶν Φαρισαίων ἵνα φάγῃ μετ᾿ αὐτοῦ· καὶ εἰσελθὼν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Φαρισαίου ἀνεκλίθη καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἐν τῇ πόλει ἥτις ἦν ἁμαρτωλός, καὶ ἐπιγνοῦσα ὅτι ἀνάκειται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα ἀλάβαστρον μύρου καὶ στᾶσα ὀπίσω παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καὶ ταῖς θριξὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμασσε, καὶ κατεφίλει τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἤλειφε τῷ μύρῳ ἰδὼν δὲ ὁ Φαρισαῖος ὁ καλέσας αὐτὸν εἶπεν ἐν ἑαυτῷ λέγων· οὗτος εἰ ἦν προφήτης, ἐγίνωσκεν ἂν τίς καὶ ποταπὴ ἡ γυνὴ ἥτις ἅπτεται αὐτοῦ, ὅτι ἁμαρτωλός ἐστι καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· Σίμων, ἔχω σοί τι εἰπεῖν, ὁ δέ φησι· διδάσκαλε, εἰπέ δύο χρεωφειλέται ἦσαν δανειστῇ τινι. ὁ εἷς ὤφειλε δηνάρια πεντακόσια, ὁ δὲ ἕτερος πεντήκοντα μὴ ἐχόντων δὲ αὐτῶν ἀποδοῦναι, ἀμφοτέροις ἐχαρίσατο· τίς οὖν αὐτῶν, εἰπέ, πλεῖον αὐτὸν ἀγαπήσει; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Σίμων εἶπεν· ὑπολαμβάνω ὅτι ᾧ τὸ πλεῖον ἐχαρίσατο ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὀρθῶς ἔκρινας. Παρακάλεσε τον Χριστό κάποιος από τους Φαρισαίους να φάει μαζί του. Αφού εισήλθε ο Χριστός στο σπίτι του Φαρισαίου ξάπλωσαν (τότε οι άνθρωποι ξάπλωναν και έτρωγαν με τα πόδια προς την πόρτα) και να, ήρθε μία γυναίκα κάτοικος της πόλεως η οποία ήταν αμαρτωλή φέρνοντας ένα αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο μύρο. Αφού στάθηκε κοντά στα πόδια του Ιησού έκλαιγε και άρχισε να βρέχει τα πόδια του με τα δάκρυά της και να τα σπογγίζει με τις τρίχες της κεφαλής της, ταυτόχρονα φιλούσε με ευλάβεια τα πόδια του Χριστού και τα άλειφε με μύρο. Όταν ο Φαρισαίος το είδε αυτό είπε από μέσα του, "αν ήταν αυτός προφήτης όπως λένε θα γνώριζε τι διαγωγής είναι αυτή η γυναίκα που τον αγγίζει". Τότε ο Χριστός είπε στον Σίμωνα, "Σίμωνα έχω κάτι να σου πω", εκείνος του απάντησε, "διδάσκαλε, λέγε". Ο Χριστός του λέει "ήταν δύο χρεοφειλέτες και ένας χρεωστούσε πεντακόσια δηνάρια και ο άλλος πενήντα. Επειδή δεν είχαν να εξοφλήσουν το χρέος τους ο δανειστής το χάρισε και στους δύο. Πες μου, ποιος από τους δύο θα τον αγαπήσει περισσότερο;" Αποκρίθηκε ο Σίμωνας λέγοντας "νομίζω ότι εκείνος που του χάρισε το μεγαλύτερο χρέος" και ο Χριστός του είπε, "σωστά έκρινες".
Ο Σίμωνας δεν κάλεσε τον Χριστό από ευσέβεια αλλά από περιέργεια μα και για επίδειξη. Ήθελε να διαπιστώσει περί τίνος πρόκειται αλλά και να δείξει στους άλλους ότι είναι κάποιος και ο ακουστός στην πόλη Ιησούς έρχεται σπίτι του. Στην πραγματικότητα δεν πίστευε ότι ο Χριστός ήταν κάτι το ιδιαίτερο, πόσο μάλλον ο Μεσσίας. Αυτός ήταν ο λόγος που παρέλειψε να παρέχει τα δείγματα φιλοξενίας της εποχής τα οποία δίδονταν από τον οικοδεσπότη. Βλέποντας την γυναίκα να πλησιάζει και τον Χριστό να αποδέχεται βεβαιώθηκε για την γνώμη του λέγοντας μέσα του "εάν ήταν πραγματικά προφήτης τότε θα γνώριζε το ποιόν της και δεν θα αποδεχόταν την πράξη".
Ο Χριστός λέγει την παραβολή στον Σίμωνα πρώτιστα δείχνοντάς του ότι είναι εκ Θεού διότι απαντάει στην σκέψη του. Μόνο ο Θεός γνωρίζει την σκέψη μας και κατ' επέκταση γνώση της λαμβάνουν μόνο όσοι έχουν κοινωνία με αυτόν, τουτέστιν ο γέροντας Παΐσιος ή ο γέροντας Πορφύριος που απαντούσαν και αυτοί σε σκέψεις αλλά όχι το τάδε ή δείνα δαιμόνιο. Βαθεῖα ἡ καρδία παρά πάντα, καὶ ἄνθρωπός ἐστι· καὶ τίς γνώσεται αὐτόν; ἐγὼ Κύριος ἐτάζων καρδίας καὶ δοκιμάζων νεφροὺς Ιερ. 17,9. Η καρδία είναι βαθιά και ανεξερεύνητη περισσότερο από όλα, αυτός είναι ο άνθρωπος, ποιος μπορεί να τον γνωρίσει; Εγώ μόνο ο Κύριος και Θεός. Με άλλα λόγια, ποιος μπορεί να ξέρει ο άνθρωπος τι σκέφτεται, τι σχεδιάζει, ποιο είναι το πραγματικό κίνητρο για τα λεγόμενά του ή τις πράξεις του; Μόνο εγώ ο Θεός.
Έπειτα διδάσκει τον Σίμωνα ότι όλοι οι άνθρωποι, άλλος λίγο άλλος πολύ, είναι αμαρτωλοί και η μεγάλη αγάπη της γυναίκας είναι εξ αιτίας του ότι της αφέθηκε πολύ χρέος ενώ ο Σίμωνας παρόλο που ίσως χρωστούσε λιγότερα έμεινε χρεώστης, οπότε τώρα είναι σε χειρότερη θέση από την γυναίκα που περιφρονεί. Ο Σίμωνας ακούει την παραβολή και την αποδέχεται χωρίς να δυσανασχετεί, μάλιστα μόνος του απαντώντας "κρίνει ορθά" όπως είπε ο Ιησούς. Δηλαδή βλέπουμε ότι οι παραβολές διδάσκουν με τον καλύτερο τρόπο τους αγαθούς ενώ είναι μια προσφορά αγάπης εξ αιτίας της φιλανθρωπίας του Θεού στους πονηρούς ακροατές οι οποίοι μπορεί να ωφεληθούν από αυτές.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου